Η Ολυμπιακή Φλόγα είναι ένα από τα σύμβολα του Ολυμπιακού Κινήματος με οικουμενική απήχηση και σημασία. Η τελετή αφής και η λαμπαδηδρομία που ακολουθεί είναι σύγχρονη προσθήκη αφού κατά την αρχαιότητα γίνονταν λαμπαδηδρομίες σε ορισμένες γιορτές αλλά όχι κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων. Κατά τη διάρκεια των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων η φλόγα καίει μέρα και νύκτα σε ειδικό βωμό μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο της πόλης που τους φιλοξενεί.
Η παρουσία της σε περίοπτη θέση στους Ολυμπιακούς Αγώνες, θυμίζει σε όλους τον αρχαίο ελληνικό μύθο του Προμηθέα και της κλοπής της φωτιάς από τον Δία, με την οποία οι άνθρωποι, λαμβάνοντάς την ως δώρο και ύψιστη ευεργεσία, μπόρεσαν να ελέγξουν την Φύση και να δημιουργήσουν Πολιτισμό. Συν τοις άλλοις, η Ολυμπιακή Φλόγα αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στους σύγχρονους και τους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες, παραπέμποντας στην ιερή φλόγα της θεάς Εστίας που έκαιγε άσβεστη στο Πρυτανείο της Ολυμπίας, στον κοινό βωμό όλων των Ελλήνων η οποία, κατά τη διάρκεια των ολυμπιακών Αγώνων, άναβε και στους βωμούς των ναών της Ήρας και του Δία.
Η σύγχρονη Ολυμπιακή Φλόγα εμφανίστηκε και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Άμστερνταμ το 1928, ενώ η τελετή αφής και η λαμπαδηδρομία εισήχθησαν κατά τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936.
Η Αφή της Ολυμπιακής φλόγας γίνεται πριν από κάθε Ολυμπιάδα στο χώρο της αρχαίας Ολυμπίας και αναγγέλλει την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων.Το λιτό και συμβολικό τελετουργικό πραγματοποιείται στο βωμό που υπάρχει στο χώρο του ναού της Ήρας (Ηραίον). Η Πρωθιέρεια, με επίκληση στο θεό Απόλλωνα ανάβει τη δάδα με τη βοήθεια κοίλου κατόπτρου. Για πρώτη φορά έγινε το 1936 για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου με τη βοήθεια κοίλου κατόπτρου, το οποίο ανήκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και είχε κατασκευαστεί στη Γερμανία. Επιστημονικός υπεύθυνος αυτής της πρώτης αφής ήταν ο καθηγητής φυσικής Σαλτερής Περιστεράκης.
Σύμφωνα με το τελετουργικό που έχει καθιερωθεί την αφή κάνει η πρωθιέρεια στο χώρο του ναού της Ήρας (Ηραίου), που βρίσκεται απέναντι από το ναό του Δία, στο αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας. Εκεί η πρωθιέρεια ζητά τη βοήθεια του θεού του ήλιου Απόλλωνα ώστε να ανάψει η δάδα απαγγέλοντας την ακόλουθη επίκληση:
ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΠΟΛΛΩΝΑ
Ιερά σιωπή!
Να ηχήσει όλος ο αιθέρας, η γη, η θάλασσα και οι πνοές των ανέμων.
Όρη και Τέμπη σιγήστε.
Ήχοι και φωνές πουλιών παύσατε.
Γιατί μέλλει να μας συντροφεύσει ο Φοίβος, ο Φωσφόρος Βασιλεύς.
Απόλλωνα, θεέ του ήλιου και της ιδέας του φωτός,
στείλε τις ακτίνες σου και άναψε την ιερή δάδα
για τη φιλοξενη πόλη της ...(όνομα της διοργανώτριας πόλης).
Και συ, ω Δία, χάρισε ειρήνη σ' όλους τους λαούς της Γης
και στεφάνωσε τους νικητές του Ιερού Αγώνα.
Έπειτα, η πρωθιέρεια κατευθύνεται προς το Στάδιο, μεταφέροντας τη φλόγα σε πήλινο αγγείο και με τη συνοδεία των ιερειών. Η πομπή κάνει μία στάση στην ιερή Ελιά από την οποία ο«αμφιθαλής παις», δηλαδή ένας νέος που έχει εν ζωή και τους δύο γονείς του, κόβει ένα κλαδί, σύμβολο ειρήνης και έπαθλο νίκης που δίνονταν κατά τους αρχαίους Ολυμπιακούς αγώνες στους νικητές. Στο Στάδιο, η πρωθιέρεια ανάβει τη δάδα του πρώτου δρομέα και η λαμπαδηδρομία ξεκινά το ταξίδι της. Ακολουθεί λαμπαδηδρομία σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, πριν παραδοθεί η ιερή φλόγα στους εκπροσώπους της διοργανώτριας χώρας, ώστε να φτάσει στον τελικό της προορισμό, στο στάδιο της διοργανώτριας πόλης την ημέρα της τελετής έναρξης των Αγώνων. Κατά τη διάρκεια του τελετουργικού, η πρωθιέρεια και οι ιέρειες είναι ντυμένες κατά τον αρχαϊκό τρόπο, ενώ ακολουθούν συγκεκριμένη κινησιολογία και χορογραφία.
Οι Παραολυμπιακοί είναι οι αντίστοιχοι Ολυμπιακοί Αγώνες για τους αθλητές με κινητικές, οπτικές ή διανοητικές αναπηρίες.
Οι πρώτοι αγώνες για αθλητές με αναπηρία έγιναν το 1948 στο Στόουκ Mάντεβιλ στην Αγγλία. Την ημέρα της τελετής έναρξης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1948 στο Λονδίνο, ξεκίνησαν και θεσμοθετήθηκαν οι αγώνες του Στόουκ Mάντεβιλ και πραγματοποιήθηκε η πρώτη αθλητική διοργάνωση για αθλητές με αμαξίδιο.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, αθλητές από την Ολλανδία συμμετείχαν σε αυτούς τους αγώνες και έτσι γεννήθηκε το διεθνές κίνημα που είναι γνωστό πλέον ως Παραολυμπιακό Κίνημα.
Οι πρώτοι Αγώνες Ολυμπιακού χαρακτήρα για αθλητές με αναπηρία οργανώθηκαν το 1960 στην Ρώμη, ύστερα από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην ίδια πόλη. Θεωρούνται ως οι πρώτοι Παραολυμπιακοί Αγώνες. Περίπου 400 αθλητές από 23 χώρες συμμετείχαν σε 8 αθλήματα, 6 από τα οποία εξακολουθούν να περιλαμβάνονται στο αγωνιστικό πρόγραμμα των Παραολυμπιακών Αγώνων (τοξοβολία, κολύμβηση, ξιφασκία, καλαθοσφαίριση, επιτραπέζια αντισφαίριση, στίβος).
Από τότε, οι Παραολυμπιακοί Αγώνες διεξάγονται κάθε τέσσερα (4) χρόνια (σ.σ. με εξαίρεση το Τόκιο 2020 που λόγω πανδημίας διεξήχθη το 2021), πάντα την ίδια χρονιά με τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Το 1976 στο Τορόντο, προστέθηκαν και άλλες κατηγορίες αναπηρίας και γεννήθηκε η ιδέα της συγχώνευσης διαφορετικών κατηγοριών αθλητών με αναπηρία για τη συμμετοχή τους σε διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις. Την ίδια χρονιά έγιναν και οι πρώτοι Χειμερινοί Παραολυμπιακοί Αγώνες στην Σουηδία.
Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες της Σεούλ (1988) ξεχώρισαν κι από το γεγονός ότι οι Ολυμπιακοί και Παραολυμπιακοί Αγώνες φιλοξενήθηκαν στην ίδια χώρα, στην ίδια πόλη και χρησιμοποιήθηκαν οι ίδιες εγκαταστάσεις με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Έκτοτε, οι Παραολυμπιακοί Αγώνες γίνονται πάντα στην ίδια πόλη με τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Από το 1960, έχουν διοργανωθεί 16 Θερινοί Παραολυμπιακοί Αγώνες και 12 Χειμερινοί. Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες έχουν εξελιχθεί πλέον στο δεύτερο μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός μετά τους Ολυμπιακούς.
Έλληνες αθλητές συμμετέχουν στους Παραολυμπιακούς Αγώνες από το 1976. Από το 1988, η Ελλάδα λαμβάνει μέρος στους Αγώνες με επίσημες εθνικές αποστολές.
Το πρώτο μετάλλιο της Ελλάδας κατέκτησε ο Γιώργος Μουζάκης στον στίβο (60μ.), στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Άρνεμ το 1980, ενώ η συνέχεια δόθηκε στους Παραολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ το 1988. Συγκεκριμένα, τα ελληνικά χρώματα στην 8η κατά σειρά διοργάνωση, κατέκτησαν ένα (1) ασημένιο και τρία (3) χάλκινα μετάλλια. Στους Παραολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης το 1992 κέρδισαν δύο (2) ασημένια και ένα (1) χάλκινο μετάλλιο, ενώ στη διοργάνωση της Ατλάντα, το 1996, κατέκτησαν ένα (1) χρυσό, ένα (1) ασημένιο και τρία (3) χάλκινα μετάλλια.
Το 2000, στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, η Ελλάδα συμμετείχε με 42 αθλητές σε πέντε αθλήματα: στίβο, κολύμβηση, άρση βαρών, καλαθοσφαίριση, τζούντο. Για πρώτη φορά έφτασε σε διψήφιο αριθμό μεταλλίων (συνολικά 11) και συγκεκριμένα σε τέσσερα (4) χρυσά, τέσσερα (4) ασημένια και τρία (3) χάλκινα.
Στους Παραολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004, η Ελλάδα ως διοργανώτρια, συμμετείχε με 137 αθλητές, αριθμός ρεκόρ για τα δεδομένα του Παραολυμπιακού Κινήματος στην Ελλάδα. Ένα Κίνημα που απέκτησε νέο κύρος και οντότητα, αναδεικνύοντας παράλληλα τη δουλειά που γίνεται στον ευαίσθητο αυτό χώρο του αθλητισμού. Ως οικοδέσποινα, η Ελλάδα έφτασε στην κατάκτηση συνολικά 20 μεταλλίων και συγκεκριμένα τριών (3) χρυσών, 13 ασημένιων και τεσσάρων (4) χάλκινων, δηλαδή εννέα περισσότερων απ` όσα είχε πανηγυρίσει στη διοργάνωση του Σίδνεϊ. Επίσης σημειώθηκαν συνολικά 58 πλασαρίσματα στις πρώτες οκτώ θέσεις.
Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου ήταν και οι πιο επιτυχημένοι για την Ελλάδα μέχρι στιγμής. Συμμετέχοντας σε 11 αθλήματα (τοξοβολία, στίβος, μπότσια, ποδηλασία, τζούντο, άρση βαρών σε πάγκο, ιστιοπλοΐα, σκοποβολή, κολύμβηση, ξιφασκία με αμαξίδιο, τένις με αμαξίδιο) οι 53 αθλητές και οι 16 αθλήτριες της εθνικής ομάδας κατάφεραν να κατακτήσουν 24 μετάλλια (5-9-10) με αποτέλεσμα να βρεθούν στην 20η θέση της παγκόσμιας κατάταξης μεταξύ 146 κρατών.
Στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, η Ελλάδα δεδομένων των οικονομικών συνθηκών και ως εκ τούτου της ελλειπούς προετοιμασίας, κατάφερε να κατακτήσει 12 μετάλλια. Συμμετείχε σε εννέα αθλήματα (τοξοβολία, στίβος, μπότσια, ποδηλασία, άρση βαρών σε πάγκο, ιστιοπλοΐα, σκοποβολή, κολύμβηση, ξιφασκία με αμαξίδιο) με συνολικά 61 αθλητές και αθλήτριες. Ξεχώρισε το χρυσό μετάλλιο στο μπότσια στην κατηγορία ζευγαριών BC-3, ενώ κατέκτησε ακόμη τρία ασημένια και οκτώ χάλκινα μετάλλια. Βρέθηκε δε στην 44η θέση των μεταλλίων μεταξύ 165 χωρών που έλαβαν μέρος.
Στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο, η Ελλάδα κατάφερε να κατακτήσει 13 μετάλλια. Συμμετείχε σε δώδεκα αθλήματα (αντισφαίριση με αμαξίδιο, άρση βαρών σε πάγκο, ιστιοπλοΐα, τοξοβολία, τζούντο, στίβος, μπότσια, ποδηλασία, σκοποβολή, κολύμβηση, ξιφασκία με αμαξίδιο, κανό) με συνολικά 66 αθλητές και αθλήτριες. Ξεχώρισαν τα τρία χρυσά μετάλλια στο στίβο το χρυσό στην άρση βαρών σε πάγκο και στην κολύμβησης , ενώ κατέκτησε ακόμη τέσσερα ασημένια και έξι χάλκινα μετάλλια. Βρέθηκε δε στην 23η θέση των μεταλλίων μεταξύ 159 χωρών που έλαβαν μέρος.
Η πρώτη συμμετοχή Έλληνα Αθλητή σε Χειμερινούς Παραολυμπιακούς Αγώνες έγινε το 2002 στο Σάλτ Λεϊκ Σίτι. Ακολούθησαν οι συμμετοχές στο Τορίνο (2006) στο Βανκούβερ (2010), στο Σότσι (2014) και στην Πιονγκτσάνγκ (2018)
Με αφορμή την 1η Διεθνή Ημερίδα Στίβου ατόμων με αναπηρία, επισκέφτηκαν το σχολείο μας κάποιοι από τους παραολυμπιονίκες,όπου μας παρέδωσαν την ΔΑΔΑ και εμείς με την σειρά μας, την μεταφέραμε στα παιδιά του 2ου Δημοτικού Αγίας Μαρίνας. Στη συνέχεια μας μίλησαν, για τα όνειρα τους, τους στόχους τους, για τους παραολυμπιακούς αγώνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου